Δε συμβιβάζεστε με οποιοδήποτε μουσικό όργανο, έχετε επενδύσει εργατοώρες και χρήματα στη μελέτη, στην εξέλιξη σας σαν μουσικοί ή οργανοποιοί. Μην κάνετε λοιπόν συμβιβασμούς στην επιλογή των υλικών με τα οποία έρχεστε σε επαφή καθημερινά στη δουλειά σας.
Η επιλογή της σωστής βίδας για μια εγκατάσταση εξαρτήματος, μια επισκευή ή τροποποίηση σε κάποιο μουσικό όργανο, όπως για παράδειγμα ηλεκτρική κιθάρα ή μπάσο, δεν έχει να κάνει μόνο με το είδος της βίδας και τη διάμετρο της. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να επιλεγεί μια βίδα υψηλής ποιότητας, ώστε να εξασφαλιστεί η σωστή και μακροχρόνια τοποθέτηση στο όργανο. Όσο λιγότερο αντικαθίσταται κάτι, τόσο το καλύτερο για το εξάρτημα και το μουσικό όργανο. Λιγότερο βίδωμα και ξεβίδωμα σε βάθος χρόνου σημαίνει λιγότερη φθορά των υλικών και μικρότερη καταπόνηση του μουσικού οργάνου και των εξαρτημάτων του, όπως pickguard, μαγνήτες, γέφυρα και λοιπά.
Επίσης, επιλέγοντας βίδες υψηλής ποιότητας εξασφαλίζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια στην εγκατάσταση, ειδικά όταν μια βίδα προορίζεται για να ελέγχει για παράδειγμα το ύψος ενός μαγνήτη, ή το intonation σε μια γέφυρα. Δεν κρατάει απλώς στη θέση του ένα εξάρτημα, υπάρχει ανάγκη για ακρίβεια στο ύψος και στην κλίση που τυχόν θέλουμε να δώσουμε.
Στην αγορά κυκλοφορούν βίδες υποδεέστερης ποιότητας, οι οποίες έχουν φτιαχτεί με πολύ φτηνό μέταλλο. Παράγονται με πολύ χαμηλό ή και κανένα εργοστασιακό έλεγχο ποιότητας. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να είναι εντελώς ακατάλληλες για χρήση σε μουσικά όργανα. Ένας επαγγελματίας θα δυσανασχετούσε αν αναγκαζόταν να τις χρησιμοποιήσει και οπουδήποτε αλλού. Τα προβλήματα παρουσιάζονται από την αρχή κιόλας εφαρμογή, ακόμα και από τα πρώτα λεπτά της χρήσης.
Είναι αναμενόμενο να βλέπουμε κακής ποιότητας βίδες να έχουν αποχρωματιστεί, να έχουν φθαρεί, με το πρώτο κιόλας βίδωμα. Μπορεί να μην προλάβετε ούτε καν αυτό να ολοκληρώσετε πριν διαπιστώσετε κάποιο πρόβλημα. Ένα κατσαβίδι υψηλής ποιότητας, ακόμα και το πιο ακριβό και εξειδικευμένο, δε μπορεί να σώσει την κατάσταση. Το μέταλλο κακής ποιότητας υποχωρεί, δεν έχει τις αντοχές που πρέπει. Και έτσι η βίδα μέσα σε ελάχιστο χρόνο μετατρέπεται σε ένα άχρηστο κομμάτι μέταλλο. Τόσο το χειρότερο, αν αυτό το κομμάτι δε μπορεί να ξεβιδωθεί πλέον σωστά από το όργανο και να αντικατασταθεί. Τότε πρέπει να αφιερώσετε ακόμα περισσότερο χρόνο, προσέχοντας να μη γίνει κάποια ζημιά στο όργανο, μόνο και μόνο για να αντικαταστήσετε μια βίδα που μόλις πριν ελάχιστα λεπτά ήταν καινούργια και θα περιμένατε να είναι έστω και στοιχειωδώς λειτουργική.
Ακόμα και αν τελικά, πρόχειρα και χωρίς την αναγκαία ακρίβεια, μια βίδα κακής ποιότητας καταλήξει να βιδωθεί όπως όπως στο μουσικό όργανο, ξεκινάει πολύ γρήγορα η αντίστροφη μέτρηση για την αναγκαία αντικατάσταση της. Τα μουσικά όργανα έρχονται συνέχεια σε επαφή με το ανθρώπινο σώμα και έτσι είναι φυσικό οποιοδήποτε εξάρτημα να πρέπει να αντισταθεί σε οξείδωση και άλλη καταπόνηση. Μια οξειδωμένη βίδα έχει χάσει τις αντοχές της, δεν κρατάει σωστά τις βόλτες που θέλουμε, ενώ γίνεται ακόμα περισσότερο ευαίσθητη στο χερισμό της στο βίδωμα και ξεβίδωμα της.
Άνθρωποι που δεν έχουν έρθει ακόμα σε χειροπιαστή επαφή με υλικά υψηλής ποιότητας συνηθίζουν να λένε ότι όλες οι βίδες είναι το ίδιο. Κι όμως, υπάρχουν κρίσιμες διαφορές, οφθαλμοφανείς σε όποιον βάλει δίπλα δίπλα μια κοινή βίδα και μια βίδα φτιαγμένη για μουσικά όργανα. Το μέταλλο πρέπει να ανταποκρίνεται σε κάποιες προδιαγραφές, ώστε το τελικό προϊόν να μπορεί να έχει μακροπρόθεσμη αξιοπιστία.
Η ψευδαίσθηση ότι εξοικονομούνται χρήματα, επιλέγοντας βίδες μέτριας ή κακής ποιότητας, εξανεμίζεται αμέσως μόλις γίνεται η διαπίστωση ότι τελικά η διαρκής αντικατάσταση κοστίζει πολύ περισσότερο από την εξαρχής προμήθεια και εγκατάσταση ποιοτικών υλικών. Η διαφορά ανάμεσα σε μια βίδα κακής ποιότητας και μια βίδα με καλή ποιότητα μετάλλου και αξιόπιστη κατασκευή είναι προφανής από την πρώτη κιόλας βόλτα που θα κάνετε με το κατσαβίδι.